Το αγγλικό ρήμα "to replace" έχει δύο σημασίες. Η πλέον συνηθισμένη είναι αυτή της αντικατάστασης, της τοποθέτησης ενός στοιχείου Β στη θέση του στοιχείου Α, δεδομένου ότι και τα δύο στοιχεία είναι αντιμεταθέσιμα, τρόπον τινά ισάξια: η ύπαρξη του ενός στη θέση του άλλου δε φαίνεται να προκαλεί κάποια πρακτική διαφορά στον τελικό σκοπό του "πόστου" τους. Καταλαβαίνουμε αυτό το νόημα της λέξης όταν κάνουμε λόγο για αντικατάσταση ηλεκτρικών συσκευών, αντιτύπων βιβλίων σε μια βιβλιοθήκη, ή υπαλλήλων σε μια θέση εργασίας. Η αρχική χρήση της λέξης (η ετυμολογικά "σωστή" και "ακριβής") είναι αυτή της επανατοποθέτησης, re-place. Κατανοούμε αυτό το νόημα της λέξης όταν τοποθετούμε μια ηλεκτρική συσκευή στον χώρο αποθήκευσής της, την επιστροφή ενός βιβλίου στο σωστό ράφι μιας βιβλιοθήκης, ή ενός βασιλιά που ξαναπαίρνει το θρόνο του μετά από μια μάχη διεκδίκησης για αυτόν.
Η σχέση των δύο εννοιών μπορεί να επιτρέψει τη γέννηση πολλών λογοπαίγνιων ή και τρομακτικών συνειδητοποιήσεων. Όταν βρισκόμαστε σε θέση να εναλλάσσουμε ελεύθερα τη λέξη "υποκατάσταση" με τη λέξη "επαναφορά," οι εννοιολογικές συνέπειες μπορεί να είναι δραματικού επιπέδου. Οι λεκτικοί περιορισμοί που τίθενται σε κάθε μία από τις δύο περιπτώσεις αντιμετάθεσης (αντικατάσταση του όρου "αντικαθιστώ" με τον όρο "επαναφέρω," αλλά και τανάπαλιν) επιφέρουν συνεπακόλουθα ερωτήματα που πιθανόν να οδηγούν σε μια επαναφορά των εννοιών στην αρχική τους θέση. Δύο παραδείγματα ίσως διαφωτίσουν την υπόθεση αυτή.
Πρώτο παράδειγμα, αντικατάστασης της λέξης "αντικατάσταση" με τη λέξη "επαναφορά": η αντικατάσταση του ανθρώπου από τις μηχανές μπορεί να γίνει η επαναφορά του ανθρώπου από τις μηχανές. Το ερώτημα σε αυτή την περίπτωση είναι: ποια είναι η πρωταρχική θέση; Δεύτερο παράδειγμα, αντικατάστασης της λέξης "επαναφορά" με τη λέξη "αντικατάσταση": η επαναφορά του νόμου της θανατικής ποινής μπορεί να γίνει η αντικατάσταση του νόμου της θανατικής ποινής. Το ερώτημα σε αυτήν την περίπτωση είναι: αντικατάσταση από τι;
Στην πρώτη περίπτωση, καλούμαστε να απαντήσουμε στο ερώτημα "ποια είναι η απαρχή;" ή "πώς ήταν τα πράγματα όταν βρίσκονταν σε γαλήνη;" - ποια είναι η μορφή-κανόνας όπου το είναι θεωρείται "τακτοποιημένο" ή "εν σοφία" - πώς θα περάσουμε από την κατοπινή παρηκμασμένη και βέβηλη κατάσταση στην υψηλή και ιερή; Στη δεύτερη περίπτωση αναζητούμε το ακριβώς αντίθετο μιας ιερής πρώτης κατάστασης και κινούμαστε με τον βέβηλο γνώμονα της κυνικής εξίσωσης εννοιών και όντων. Ρωτούμε "τι είναι αυτό που μπορεί να αντικαταστήσει το υπάρχον και πιθανόν να λειτουργήσει καλύτερα στο τώρα;" ή "τι θα σπάσει τη ρουτίνα και την οκνηρία;" - πώς θα περάσουμε από την τωρινή καθεστηκυία ιερότητα σε μια επαναξιολόγηση που εξυπηρετεί τις τωρινές μας ανάγκες;
Ας μην ξεχνάμε: δεν εξετάζουμε ξεχωριστά τις λέξεις "επανατοποθετώ" και "υποκαθιστώ," Αναλύουμε τις δύο σημασίες μιας και μοναδικής λέξης: "to replace." Στην πραγματικότητα, δεν έχουμε να επιλέξουμε. Η αντικατάσταση συμπίπτει με την επανατοποθέτηση και η επανατοποθέτηση εξισώνεται με την αντικατάσταση. Όταν ένας νέος ερωτικός σύντροφος αντικαθιστά τον προηγούμενο, η ιδέα της ύπαρξης ερωτικού συντρόφου επαναφέρεται στην αρχική της θέση. Όταν ένας παλιός ερωτικός σύντροφος επανέρχεται στο προσκήνιο, αντικαθίσταται ως είναι από τη νέα μορφή που έχει πάρει μετά το πέρας του ενδιάμεσου χρόνου της απόστασης. Ο "κύκλος της ζωής" εξισώνεται με τη "θεωρία της εξέλιξης." Μια αντίστοιχη διπλή σημασιοδότηση υπάρχει και στην περίπτωση του ουσιαστικού "revolution," που ενώ αρχικά (από Κοπέρνικου) σήμαινε την επαναφορά των ουρανίων σωμάτων στην αρχική τους θέση μέσω της κυκλοτερούς περιστροφής τους, κάπου προέκυψε μια σύγχυση της "περιστροφής" με την "αντιστροφή" (πιθανόν και της "καταστροφής") και η "επανά-σταση" έφτασε να σημαίνει "εξέργερση." Κάτι που, αν και μοιάζει, δεν είναι παράλογο, εάν αναλογιστεί κανείς πως όταν τα πράγματα τείνουν να επανέλθουν στην παλιά τους κατάσταση, ο καιρός της αυτοκριτικής έχει ήδη επέλθει και "επανάσταση" σημαίνει "εξέγερση."
Αυτό που ξεχνούμε όμως συχνάκις είναι πως τα εννοιολογικά αυτά ντουέτα είναι διπλής κατεύθυνσης. Δεν είναι μόνο η εξέγερση ή η αντικατάσταση το θεμιτό νόημα της επανάστασης και της επανατοποθέτησης. Η γνήσια επανάσταση και επανατοποθέτηση είναι εξίσου θεμιτές συνέπειες μιας εξέγερσης και μιας αντικατάστασης. Πάντοτε θα αναζητούμε τη γαλήνη, πάντοτε θα αναρωτιόμαστε για τη φύση των ονείρων που βλέπουμε, απηχώντας αρχαϊκά πρότυπα πρότερων καταστάσεων. Είμαστε θύματα μια σχιζοειδούς αντίφασης: στη μια πλευρά η ύλη του σύμπαντος είναι πεπερασμένη και άρα σε μακροπρόθεσμο στάδιο όλα τα δομικά στοιχεία θα επανέρχονται σε προηγούμενες θέσεις - στην άλλη πλευρά η ύλη αυξάνεται, άρα κάθε στιγμή είναι μια στιγμή αντικατάστασης, ή ακόμα περισσότερο αύξησης της ύλης που αντικαθιστά ποσοτικά την προηγούμενη μειωμένη ποσότητα. Με τη συνειδητοποίηση της διπλής σημασίας του ρήματος "to replace" βρισκόμαστε, όμως, σε μια κατάσταση "επιφοίτησης," ή καλύτερα "σατόρι," της κατάστασης όπου ένας ζεν μαθητής αντιλαμβάνεται την ταυτόχρονη ισχύ δύο αντιθετικών προτάσεων. Η "επαναφορά" και η "αντικατάσταση" είναι συμπληρωματικές πράξεις η μία της άλλης. Ως εξής:
Όταν επιστρέφω το καπάκι του στυλό μου στο σώμα του, το καπάκι δεν είναι πλέον το ίδιο - το στυλό έχει γράψει και έχει αδειάσει, το καπάκι μπορεί να μοιάζει εξωτερικά με την πρότερη μορφή του, αλλά οπωσδήποτε δεν είναι το "ίδιο," εάν αναλυθεί διεξοδικά, δεν είναι πανομοιότυπο με το καπάκι που αφαίρεσα προηγουμένως. Όταν επαναφέρω ένα στοιχείο στην "αρχική" του θέση, στην πραγματικότητα το μεταφέρω σε μία "νέα" θέση, άρα η αντικατάσταση είναι δεδομένη. Όταν ένα παλιό πολίτευμα επαναφέρεται, οι κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν έχουν αλλάξει από την περίοδο που το πολίτευμα βρισκόταν σε ισχύ, άρα και το πολίτευμα δε θα είναι το "ίδιο" που ήταν πριν κάποιες δεκαετίες. Ανανέωση, όχι επαναφορά. Όταν αντικαθιστώ ένα χαλασμένο ψυγείο με ένα νέο, το καινούργιο οπωσδήποτε δεν είναι το "ίδιο," αλλά παρόλα αυτά εξυπηρετεί τον "αρχικό σκοπό," τη διατήρηση των τροφίμων στην επιθυμητή θερμοκρασία. Όταν αντικαθιστώ μια ηθική παραδοχή με κάποια άλλη, αποδεικνύω πως υπάρχει ανάγκη ύπαρξης της ηθικής ως τέτοιας - στηρίζω την ύπαρξη του μοτίβου και όχι του περιεχομένου του, η ανάγκη ενός έθους είναι η σταθερά, το είδος του έθους είναι η μεταβλητή. Επιβεβαίωση, όχι αντικατάσταση. Απαντούμε έτσι και στα ερωτήματα που τέθηκαν παραπάνω: Αντικατάσταση από τι; Επαναφορά σε ποια πρωταρχική θέση; Αντικατάσταση από τον ανανεωμένο εαυτό, ακόμα κι αν δεν είναι ο "ίδιος" ως μορφή. Και επαναφορά στην ουσία των πραγμάτων, στη σχέση και όχι στο περιεχόμενο, μέσω της επιβεβαίωσης.
Μεταμορφώνεται, λοιπόν, η έννοια της λέξης "to replace" και αντί να μεταφράζεται εννοιολογικά ως "αντικαθιστώ" και "επανατοποθετώ," σιγά-σιγά σημαίνει ταυτόχρονα "ανανεώνω" και "επιβεβαιώνω." Η φράση "νιώθω αναλώσιμος" αρχικά εξισώθηκε με τη φράση "μπήκα στη θέση μου." Στην πορεία, όμως, αυτό που έλαβε χώρα ήταν ο συγχρονισμός των φράσεων "νιώθω σαν καινούργιος" και "ανακάλυψα ποιος είμαι." Αυτή είναι η οντολογία του ρήματος "to replace," καταραμένη και αυτή να υποκαθίσταται και άρα να επανέρχεται αέναα, να ανανεώνεται μόνο και μόνο για επιβεβαιώνεται η συνεχής της ισχύς/αδυναμία, πέραν του ιερού και του βέβηλου, αλλά σε μια κατάσταση πραγματιστικού και λειτουργικού "δρόμου" ή "ζεν."
Όταν επιστρέφω το καπάκι του στυλό μου στο σώμα του, το καπάκι δεν είναι πλέον το ίδιο - το στυλό έχει γράψει και έχει αδειάσει, το καπάκι μπορεί να μοιάζει εξωτερικά με την πρότερη μορφή του, αλλά οπωσδήποτε δεν είναι το "ίδιο," εάν αναλυθεί διεξοδικά, δεν είναι πανομοιότυπο με το καπάκι που αφαίρεσα προηγουμένως. Όταν επαναφέρω ένα στοιχείο στην "αρχική" του θέση, στην πραγματικότητα το μεταφέρω σε μία "νέα" θέση, άρα η αντικατάσταση είναι δεδομένη. Όταν ένα παλιό πολίτευμα επαναφέρεται, οι κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν έχουν αλλάξει από την περίοδο που το πολίτευμα βρισκόταν σε ισχύ, άρα και το πολίτευμα δε θα είναι το "ίδιο" που ήταν πριν κάποιες δεκαετίες. Ανανέωση, όχι επαναφορά. Όταν αντικαθιστώ ένα χαλασμένο ψυγείο με ένα νέο, το καινούργιο οπωσδήποτε δεν είναι το "ίδιο," αλλά παρόλα αυτά εξυπηρετεί τον "αρχικό σκοπό," τη διατήρηση των τροφίμων στην επιθυμητή θερμοκρασία. Όταν αντικαθιστώ μια ηθική παραδοχή με κάποια άλλη, αποδεικνύω πως υπάρχει ανάγκη ύπαρξης της ηθικής ως τέτοιας - στηρίζω την ύπαρξη του μοτίβου και όχι του περιεχομένου του, η ανάγκη ενός έθους είναι η σταθερά, το είδος του έθους είναι η μεταβλητή. Επιβεβαίωση, όχι αντικατάσταση. Απαντούμε έτσι και στα ερωτήματα που τέθηκαν παραπάνω: Αντικατάσταση από τι; Επαναφορά σε ποια πρωταρχική θέση; Αντικατάσταση από τον ανανεωμένο εαυτό, ακόμα κι αν δεν είναι ο "ίδιος" ως μορφή. Και επαναφορά στην ουσία των πραγμάτων, στη σχέση και όχι στο περιεχόμενο, μέσω της επιβεβαίωσης.
Μεταμορφώνεται, λοιπόν, η έννοια της λέξης "to replace" και αντί να μεταφράζεται εννοιολογικά ως "αντικαθιστώ" και "επανατοποθετώ," σιγά-σιγά σημαίνει ταυτόχρονα "ανανεώνω" και "επιβεβαιώνω." Η φράση "νιώθω αναλώσιμος" αρχικά εξισώθηκε με τη φράση "μπήκα στη θέση μου." Στην πορεία, όμως, αυτό που έλαβε χώρα ήταν ο συγχρονισμός των φράσεων "νιώθω σαν καινούργιος" και "ανακάλυψα ποιος είμαι." Αυτή είναι η οντολογία του ρήματος "to replace," καταραμένη και αυτή να υποκαθίσταται και άρα να επανέρχεται αέναα, να ανανεώνεται μόνο και μόνο για επιβεβαιώνεται η συνεχής της ισχύς/αδυναμία, πέραν του ιερού και του βέβηλου, αλλά σε μια κατάσταση πραγματιστικού και λειτουργικού "δρόμου" ή "ζεν."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου