Φυτεύγω Δεντρωώδω 11: Αυτοποιητική Αντιστύξ
Ο
Τουιστάνος κι η Σχιζόλδη αποσχίστηκρακ.
Κομβοηθύματα. Τον πρώτο περιμένει τώρα
η τρυπανούργα κρακούργα Λαίδη Μβούργα.
Ο ευταραξίας Μισελλήνειος ασποσχίστηκε
από τη Μη-σε-λένεια. Ο ξαφνικός φόβος
λειτουργεί ως εντρομοπαγίδα. Η αναϊπάντεχη
Αντιστύξ. Η σιδηρά Πορτμαντόνα μου
κολλάει αλλά και χάνεται στη μετάβραση.
Συμφερ/οντολογία της αγνοιότητας. Όλα
τα στάδιά της είναι μεταβραστικά και
κλουβιαστικά. Έπρεπε να βγάλω νωρίτερα
δάκρη από τα συμφοριζόμενα του συγκειμονό
που φορούσε. Η Παυσιπόνη ακολούθησε την
Αφλόγα. Με κουτσουκελάηδησε ο φλογέρακας.
Τώρα θα επισκέφτομαι μόνος τον Θρηνοχόο
της άκυστης Θώμης της Ακοιμάτης. Όταν
μετά τις τρεις μποίρες η μαντάμ κιουροδόχος
μου πίστη κόντευε να σχάσει, προτιμούσα
τη λέξη μπάνιο από τη λέξη τουαλέτα,
μιας και η δεύτερη παραπέμπει και σε
ένδυμα, ενώ η πρώτη σε έκδυση ενοχοποιητών.
“Τοποθετήστε την κάρτα simαινόμενο
στο σημαίνphone”. Η
νύχτα της συμκαμφοράς. Τα ιντερνετολόγια
φέρνουν ινφερνολόγια. Η στυξ με ξυμfairy,
αφαιρεί τη λύπη με μια
μόνο σταγόνα αίματος.
Δεν
είχε ανάγκη τη θηλυκόνη. Ήταν η
σκανδαλοποδαρούσα μου που ζούσε πέραν
του καλτσόν και του κλαξόν. Μετα-μεταμορφέρνα,
αμφιστιγμεί πραγματοποιούσε την
πολυσωμία, ακόμα και παρά την απειροστομία
μου. Έβαφε τα μνύχια της με χρώμα από
την κώμη της Βερνίκης. Χτυπούσα τα
ευρυμάνθεια καπρούλια του κυνικηματογράφου
της, δίνοντας νέα πορεία στην ταινία
μας. Ξεφτυχώς δεν παρέλαβα κάποιο
διεξόδικο. Διακαοπραξία. Το γρηγορότερο
φαρμακείο στέλνει τη δεκαεπτασίβυλλα
με χαϊκούριερ. Κάθε φορά που από το qubit
κβαζάαρ περνούσε ένας
μεγαλλόφωνος κεμπέκρακας, ήμασταν
τυχεροί που τον ιταλοκαλβινικό ναό μας
στήριζαν γερά οιωνόκρανα. Η ανομοιομαλία:
όταν ανακαλύψαμε πως οι κόρες των ματιών
μας είχαν τους ίδιους οπτικούς γωνείς
διαδράξαμε βλεμμομειξία.
Πού να βρεις γη, ναι, κάποια που να μη
θέλει ν' αναγκαστρωθεί, που να κουβαλά
σαν κι εσένα κοφτερά υπερκατάνα πολεμώντας
τον υπερπλινθπληθυσμωρισμό; Εβαφε τα
δάκρυα των ματιών της με λυποδιαλυτικό
πράσινο τσαϊλάινερ. Έφυγαν φρύδιν μάγδαν
με τις φίλες της. Για να την καταστκτήσω
απελπιστράτευσα την Πολυόρκα τη Φάλλαινα.
Αφαίρεσα το ξύφος μου από την πρωτοζωοθήκη,
παραμερίζοντας την κεφαλοποδολαγνεία
μου και κάθε μαφαλντασίωση. Αντικατέστησα
το Καρντασάιν και το Βροντιζάιν με το
πλιατσικίσιο γάλα που λένε πως προσιδιάζει
περισσότερο στο μηληστρικό. Ο τηλεσκοπός
μου ήταν πάντα ευκατάσκοπος. Θέλαμε να
βγάλουμε ατελείωτα φράγκταλς και να
δούμε το ηχόχρημα:
Ω, πονώ στη σκέψη της μοναχικής
Απονευρώπης
Και, ω, θρηνώ στη γού(ρ)να της
χαρτομαντηλόπης
Και, ω, πια δε συμφωνώ μ' όσα λέει ο
Αγαθακόπης
Δε
βλέπω πια μεταμορφωστούνελ. Στα όνειρά
μου με κυνηγά ακόμα η ατμομέγαιρα. Έγινα
εσχατοφυλόφιλος, πάσχων από τροχοσπιτοπάθεια
και τυχόπτωση. Αδυνατίζω τρώγοντας
απείρως πολλά εθελοντεζαβουκάντο και
χορτοφαγικά μαύρα ζαχαροπεπόνυ. Έντερα
στο μπλαζέντερα στο μπλαζέντερ. Σχημική
στοιχειοδέτηση του/των φαντασιόπλαγκτον.
Ο μάγος του όζοντος. Ο Γεννήθνητος
Αρχιτέλης επέστρεψε, όπως πάντα, από τη
θεσπερινή Εσπρεσσιέρρα Λεόνε. Αντίο
Αλήθσια, αντίο, φευ!, Λίσυα. Το παραπέντασμα
καταπελτασμάτων. Κρατώ τα πομφολήγα
και καλά – και καλά. Πίσω στο παρακαλαλούμ
του αστροναυτισμού. Το πριμαντόνατ
συνάντησε την αρχή του. Αυτή ήταν το
τέλος κι αυτός το ένα δευτερόλεπτο που
υποκλίνεται. Άντε, γεια μας, καλή
μετεμψυχοπόρνευση ή έστω εκποπκόρνευση.
Ain't too tobiased yet.
Το σαρκοβόρο μπονσάι μπορεί να είναι
και χορτοφάγο. Η ναζιάδικη τρυφηλερότητα
καθάρφτηκε στον κουνελάκκο. Λόγος;
Αυτοποιητικό αίτιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου