Κυριακή 12 Μαΐου 2013

Η Ηθική ως Κατούρημα και ως Αναπαράσταση.

Η Ηθική ως Κατούρημα και ως Αναπαράσταση.
onesecbeforetheend

1

Ένα σενάριο: Έχεις πιει μερικές μπύρες σε ένα πάρτι και δεν έχεις κατουρήσει. Περνούσες καλά και ο οργανισμός σου ξέχασε εντελώς το κατούρημα, θέτοντας τις προτεραιότητές του. Φεύγεις από το πάρτι προς το σπίτι σου με τα πόδια γιατί δεν έχεις λεφτά ούτε όρεξη για λεωφορεία ή ταξί.

Η διαδρομή σου είναι ένα σαρανταπεντάλεπτο μέσα από μια πολυσύχναστη πόλη του σαββατόβραδου. Οι οργανικές προτεραιότητες αλλάζουν. Δεν έχεις φίλους για να ξεχνιέσαι και ο οργανισμός σου φωνάζει: αποβολή υγρών. Εννοείται πως μέχρι και οι τουαλέτες των μακντόλαντς θέλουν κωδικό από απόδειξη πλέον. Μπορείς να κατουρήσεις έξω όμως. Όχι. Δεν είναι σωστό, από όλες τις απόψεις. Δεν είναι κόσμιο πρώτα απ' όλα. Αν σε δούνε; Μπορεί και να φας ξύλο. Επίσης δεν είναι και σωστό για τη δημόσια υγεία. Και στην τελική τι φταίνε όσοι περάσουν από κει και μυρίσουν τις αποβολές σου; Εν συντομία τα κρατάς λίγο ακόμα.

Έχει περάσει ένα τέταρτο και πλέον η διαδρομή μοιάζει Γολγοθάς. Όλη η διασκέδαση του βραδιού και οι χαρούμενες σκέψεις έχουν αντικατασταθεί από την επιθυμία αποβολής παραπροϊόντων του μεταβολισμού, κάτι τόσο φυσικό όσο η εκπνοή. Κάνεις σκέψεις για το κατούρημα, σκέψεις για τη σκέψη για το κατούρημα και όσο το αφηρημένο σου μετα-κατούρημα σχηματίζεται στον κόσμο των ιδεών, το υλικό κατούρημα θέλει να συγκεκριμενοποιηθεί και να πάει εκεί που ανήκει: στο περιβάλλον και όχι στο σώμα σου.

Πέρασαν άλλα δέκα λεπτά και θέλεις άλλα είκοσι για να πας στο σπίτι, λιγότερο από τα μισά. Αυτό σημαίνει ότι κοντεύεις. Λίγο ακόμα. Άλλα δέκα λεπτά μαρτυρίου περνάνε και όσο πλησιάζεις νιώθεις “τη φούσκα σου να σκάει.” Εάν συνεχίσει λίγο ακόμα αυτό, κάτι τρομακτικό για το σώμα σου θα συμβεί. Η όξινη σύσταση των καυτών ούρων θα πλημμυρίσει την περιοχή των γεννητικών σου οργάνων, το εσώρουχο, και το παντελόνι σου. Θα κατουρηθείς πάνω σου. Με το που γυρίσεις θα πρέπει να κάνεις άμεσα μπάνιο, ενώ νυστάζεις και θες να πέσεις άμεσα για ύπνο.

Μια νταλίκα παρκαρισμένη μπροστά σε ένα μεγάλο σούπερ μάρκετ. Δεν το σκέφτεσαι άλλο. Τρέχεις και ρίχνεις ένα αυτοκρατορικό κατούρημα. Η κάθαρση του δράματος σε οδηγεί στα ουράνια. Ουράνιες ετυμολογικές σκέψεις σε κατακλύζουν. Συνδέεις τον ουρανό με τη βροχή και το ρήμα “ουρέω-ώ.” Η ινδοευρωπαϊκή σου παράδοση αναβιώνει μέσα από ένα κατούρημα έξω από ένα κέντρο αρρωστημένης παγκοσμιοποίησης.

Τα δέκα λεπτά που έμειναν για να φτάσεις ως το σπίτι σου έχουν την ακόλουθη δομή: για ένα λεπτό σκέφτεσαι την απόλαυση της πράξης σου και πως οι συνέπειές της δεν ήταν δα και τόσο τραγικές σε σχέση με την τραγωδία που πέρασες μισή ώρα τώρα ή σε σχέση με το πόσο ανθυγιεινή είναι από τη φύση της η νταλίκα που μόλις κατούρησες. Τα υπόλοιπα εννιά λεπτά σε βρίσκουν να αναπολείς το άτομο που νομίζεις πως ερωτεύτηκες σε αυτό το πάρτι. Η οργανική κάθαρση επήλθε δίχως τη χρήση κάποιου από μηχανής καθαρτικού.

2

Μία θεωρητικοποίηση του σεναρίου: Το παραπάνω κείμενο είναι συμβολικό.

Το πάρτι είναι η ελεύθερη έκφραση των ενστίκτων με τις θετικές και αρνητικές του συνέπειες. Ο άνθρωπος αρέσκεται στις κατηγοριοποιήσεις με βάση τις προτιμήσεις του Στη συνέχεια αποδείχτηκε πως αυτός είναι και ο μόνος τρόπος κατηγοριοποίησης: παροδικός με βάση τις περιστάσεις. Αυτό που κάποτε ήταν ανώτερο σε μια κοινώς αποδεκτή ταξινομική ιεραρχία μπορεί να λάβει την κατώτατη θέση υπό άλλες συνθήκες.

Η επιθυμία για κατούρημα είναι η έκφραση των απωθημένων αισθημάτων. Η απόσταση μέχρι το σπίτι είναι ο καιρός που χρειάζεται για τη μετάβαση από ένα μοντέλο επικρατούσας σκέψης σε ένα άλλο. Οι σκέψεις για τη δημόσια υγιεινή και την κοσμιότητα αποτελούν την απανταχού εφαρμογή των ηθικών κανόνων οι οποίοι (κατά Καντ) οφείλουν να είναι πραγματοποιήσιμοι και εφαρμόσιμοι πάντα και παντού.

Η κοινωνική κατακραυγή και το ξύλο είναι η τιμωρία που ορίζει το εκάστοτε σύστημα αξιών για όποιον δεν υπακούει σε αυτό. Οι αφηρημένες σκέψεις για το μετα-κατούρημα είναι η ψυχαναγκαστική τάση που προκαλεί η ηθικολογία για την εφεύρεση ενός “κακού” λόγου για να μην εκφραστεί το τωρινό καλό (το “ωραίο” που έρχεται στην “ώρα” του), την ίδια ώρα που οι συνθήκες καλούν για αναδιάταξη του “καλού” και του “κακού.”

Οι επόμενες σκέψεις για τα παρεπόμενα μιας καταναγκαστικής ηθικοκρατίας όπου κατουριέσαι πάνω σου είναι η τάση της αμφισβήτησης της παρούσας καθεστηκυίας τάξης. Είναι οι ιστορικές και ψυχολογικές συνθήκες που οδηγούν, έστω και λίγο αργά, στην αναγκαία αναθεώρηση των αξιών.

Η νταλίκα και το σούπερ μάρκετ είναι τα σύμβολα της κρατούσας αντίληψης και το κατούρημα εκεί είναι η απομυθοποίησή τους, το ιερό που βεβηλώνεται. Είναι ο μηδενισμός των αξιών και η αμφισβήτηση.

Το λεπτό μετά το κατούρημα είναι η άμεση αναγνώριση της μηδενικής αξίας της κρατούσας ηθικής τάξης. Στην πραγματικότητα, ο μηδενισμός αυτός είναι εγγεγραμμένος στον ανθρώπινο οργανισμό και γι' αυτό η αναγνώριση γίνεται άμεσα και δεν απαιτεί ιδιαίτερη εκπόνηση. Η εκπόνηση είναι μέρος της αφύσικης ηθικής συγκράτησης που σε συχνές δόσεις προκαλεί μόνο προβλήματα δύσκολα στην αντιμετώπιση, σωματικά και ψυχικά. Η αφύσικη νταλίκα της ηθικής που βρομίζει με την εξάτμισή της την ατμόσφαιρα είναι το σύστημα ορισμού των ηθικών αξιών που ορίζει ως καλό για τον εαυτό του ό,τι είναι βλαβερό για την υγεία όσων επηρεάζει.

Οι επόμενες σκέψεις για τον έρωτα είναι η έμπνευση για το πέρασμα προς τη νέα εποχή που ανοίγεται. Ο μόνος “φόβος” στο κρίσιμο αυτό ξεπέρασμα της προϋπάρχουσας ηθικολογίας έγκειται στη δημιουργία μιας εξίσου ψυχαναγκαστικής ανηθικολογίας. Όταν με το πρόσημο μιας δυνατής έμπνευσης (ο έρωτας στο πάρτι που σε αποτρέπει από το να κατουρήσεις) εντοπίζεται μια προβληματική κατάσταση βάσει της ηθικής (το να θες να κατουρήσεις έξω), η οποία ξεπερνιέται μέσω του ενστίκτου, ένας κίνδυνος ανακύπτει: η μετατροπή του πρώην ταμπού σε νυν φετίχ. Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι “πολύ ανθρώπινος,” και λόγω της αιτιοκρατίας που μας μαστίζει είναι ικανός να θεσπίσει μία σχέση του τύπου “όσο πιο πολύ κατουράω έξω, τόσο πιο κοντά είμαι στον έρωτα.” Αυτός είναι ο κίνδυνος της ανηθικολογίας που συμπίπτει απόλυτα εν είδει πλευράς κέρματος με τον κίνδυνο της ηθικολογίας.

Η ηθική είναι μια αναπαράσταση των ανθρώπινων ηθών, των εθίμων και των συνηθειών ως “καλά” και “κακά.” Συνέχεια αναδιαμορφώνεται (άρα δεν υπάρχει ως τέτοια) και είναι τέτοια η φύση της που αν διατηρήσει τη μορφή της για πάνω από κάποιο χρονικό διάστημα (ή αν δοκιμάσει να διευρυνθεί σε ένα μεγαλύτερο από το χρήσιμο γεωγραφικό πλάτος), γίνεται αυτόματα προβληματική.

Η παραδοχή του τέλους της ηθικής είναι η αποδοχή της δυνατότητας εξέλιξης της ανθρώπινης φύσης.

Ένα φεμινιστικό σημείωμα: Μπροστά στον ηθικολογικό φόβο μιας ηθικοφεμινιστικής απάντησης σε αυτό το κείμενο, όπως “για τις γυναίκες είναι δύσκολο να κατουρήσουν έξω λόγω ανατομίας,” παραθέτω γνήσιες και όχι ηθικολογικές φεμινιστικές οδηγίες για το όρθιο κατούρημα με χρήση θηλυκών γεννητικών οργάνων.

http://www.wikihow.com/Urinate-Standing-Up-as-a-Female

Τρίτη 30 Απριλίου 2013

Η Καφκαρίδα.

 Μια τσιρίδα.
Το άτομο εντός του περιβάλλοντος. Το περιβάλλον εντός του ατόμου.
Το συνεχές της ατομικότητας. Οι τομές της συνέχειας.
Ο Ηράκλειτος πετά το σάκραμ του Ζήνωνα στο Δημόκριτο.
Ο Λαμάρκ και ο Δαρβίνος γελάνε.
Continuum. Individuum.
Ο Αχιλλέας εξαιτίας του Ομήρου. Ο Όμηρος εξαιτίας του Αχιλλέα.
Ο Τρωικός πόλεμος εξαιτίας της Ιλιάδας. Η Ιλιάδα εξαιτίας του Τρωικού πολέμου.
Εγώ κι Εσύμπαν. Me and Youniverse.
Η σκέψη για τη σκέψη. Η μετα-σκέψη.
Δεδομένα για δεδομένα. Μετα-δεδομένα.
In-formation's In-formation. Meta-information.
Η μόρφωση για τη μόρφωση. Η μετα-μόρφωση.
Το έν-τομο.
Η Καφκαρίδα.
Α!

Κυριακή 21 Απριλίου 2013

Long Hair is Communism: Μια φαινομενολογία του αναρχικού κουρέματος.

 Long Hair is Communism: Μια φαινομενολογία του αναρχικού κουρέματος.
onesecbeforetheend

Σε μια φωτογραφία διαδήλωσης εναντίον του Χίπι κινήματος, κάποιος βλέπει ένα πλακάτ με το σύνθημα: "τα μακριά μαλλιά είναι κομμουνισμός." Δυστυχώς το ακόλουθο φαινομενολογικό συμπέρασμα απευθύνεται κυρίως στα βιολογικά χαρακτηριστικά του ανδρικού φύλου: αν το καλοσκεφτούμε, στο σήμερα τα μούσια και τα μαλλιά είναι κάτι παντελώς άχρηστο για τις βιολογικές μας ανάγκες. Άρα είναι περιττά και θα έπρεπε να ανήκουν στο περιβάλλον. Παρόλα αυτά, συνεχίζουν να φυτρώνουν στο σώμα. Είναι λοιπόν κάτι σαν ένα no man's land (και το man αποδεικνύει το σεξισμό του συμπεράσματος) ανάμεσα στο περιβάλλον και στον άνθρωπο. Μία λεπίδα, όπως αυτή του Όκκαμ (μην πολλαπλασιάζεις άσκοπα τα πράγματα) μπορεί να σε απαλλάξει από τις περιττές τρίχες. Αυτό λέγεται ξύρισμα/κούρεμα. Το να ξυριστείς αποτελεί, λοιπόν, μία πράξη ενδυνάμωσης της προσωπικής ταυτότητας, των πολέμαρχων του ατόμου/ατομικισμού (βλ. Χίτλερ, Ναπολέων, Καίσαρας, στρατός). Το να αφήσεις τα μαλλιά να μεγαλώσουν είναι μια πράξη εξάλειψης των προσωπικών στοιχείων: τα όρια μεταξύ του κόσμου και του ατόμου δεν είναι ορατά, με την έμφαση στους κοινούς παρονομαστές (βλ. Θεός από τον Χριστό, Κομμουνισμός από τον Μαρξ, τρέλα από τον "τρελό του χωριού", "κάντε έρωτα, όχι πόλεμο" από χίπηδες). Η αναρχική κοινωνία φαντάζει από τα κουρέματα φεμινιστική. Κάποιες τρίχες του σώματος είναι πλήρως κομμένες σχεδόν πάντα (οι περισσότερες γυναίκες δεν έχουν έντονη τριχοφυία στο πρόσωπο) και κάποιες άλλες υπερβάλλουν στην πυκνότητά τους (οι περισσότερες γυναίκες τείνουν να έχουν πλούσιο τριχωτό της κεφαλής, βλ. επίσης: τζίβες). Η αναρχική κοινωνία διαθέτει στη φύση της μαλλιά ταυτοχρόνως ξυρισμένα και μακριά (βλ. Πανκ κίνημα και όχι μόνο). Διαθέτει μια ισχυρή προσωπικότητα που αποβλέπει στη δημιουργική συμφιλίωση της διαφορετικότητας. Είναι όλοι διαφορετικοί και όλοι ίσοι. Κάνουν πόλεμο για να κάνουν έρωτα και κάνουν έρωτα για να κάνουν πόλεμο.

Το κείμενο γράφτηκε με αφορμή αυτήν τη φωτογραφία:
http://thesocietypages.org/socimages/files/2009/10/800px-Little_Rock_integration_protest.jpg

Κυριακή 7 Απριλίου 2013

Το αναπόφευκτο αδύνατο και το αδύνατο αναπόφευκτο: Μια υπεράσπιση της Αναρχίας.


Το αναπόφευκτο αδύνατο και το αδύνατο αναπόφευκτο:
Μια υπεράσπιση της Αναρχίας.
 onesecbeforetheend
 
Ο φόβος του θανάτου ξεπερνιέται με το θάνατο του φόβου.
Περίπου πριν ενάμιση αιώνα, μια φράση συγκλόνισε την Ηθική: "Ο Θεός πέθανε."
Περίπου πριν έναν αιώνα, μια φράση συγκλόνισε την Αισθητική: "Η Τέχνη πέθανε."
Ένα εντροπικό καζάνι στο οποίο έβρασαν ο Νίτσε, ο Φρόιντ, το Νταντά, και ο Χάιζενμπεργκ, ξέβρασε μια ακόμα συγκλονιστική φράση που συγκλόνισε το μέσα και το έξω, την οντολογία και την επιστημολογία: "Η Αλήθεια πέθανε."

Νιτσεϊκά, λοιπόν, η λογική, πολιτική και Ιουδαιοχριστιανική αντιπαράθεση καλού και κακού (είτε αυτή προέρχεται από τον προφήτη του Θεού, είτε από το φιλόσοφο μιας επερχόμενης "καλύτερης" κοινωνίας) αίρεται. Αιρετικοί καλλι-τέχνες βρίσκουν διέξοδο στην Τέχνη, έξω από πολιτική, έξω από θρησκεία.

Η Τέχνη όμως, ως τέτοια, στοχεύει στην αναγωγή της ως "καλή," ώσπου το καλύτερο απόγειο της αισθητικής αυτοαναφορικότητάς της ήταν η "τέχνη για την τέχνη." Ο φόβος του θανάτου της ξεπεράστηκε και έτσι, οι ίδιοι οι καλλιτέχνες σκότωσαν την Τέχνη. Τεχνίτες και ειδικοί της Τεχνολογίας καταλαμβάνουν το τελευταίο οχυρό: το κάστρο της Επιστήμης.

Το κάστρο της Επιστήμης (επ-ίσταμαι) είναι αυτό της θεωρίας, όπου κάποιος βλέπει από ψηλά. Η Αλήθεια είναι ορατή από αυτήν τη θέση και, έτσι, όποιος την κατέχει γίνεται και ο συγγραφέας-εξουσιαστής (authorship/authority). Η εξουσία, βέβαια, έχει πολλά στοιχεία από την προηγούμενη θρησκευτική/πολιτική κατάσταση που όλοι απεύχονταν. Διαθέτει το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των δύο αυτών ανθρώπινων ενασχολήσεων: την επιμονή των απόψεων. Ο απόηχος αυτός ήταν φανερός στους συγγραφείς επιστημονικών κείμενων: διαρκείς ασυμφωνίες ως προς το τι είναι αληθινό. Η απάντηση ήρθε και πάλι εκ των έσω από δύο πλευρές που έλεγαν το ίδιο πράγμα, αλλά από διαφορετική άποψη. Η επιστήμη της λογο-τεχνίας μίλησε από την πέννα του Ρολάν Μπαρτ για τον "θάνατο του Συγγραφέα." Η επιστήμη της τεχνο-λογίας μίλησε από την πέννα του Χάιζενμπεργκ για την "αρχή της Απροσδιοριστίας", συντακτικά βλέποντάς τη, μια αρχή (συγκεκριμένη εξουσία της μιας αλήθειας) που βασίζεται στην Απροσδιοριστία και στην Αβεβαιότητα (την αφηρημένη έλλειψη εξουσίας της αλήθειας), της Αναρχίας.

Η πορεία της ανθρώπινης σκέψης μπορεί, έτσι, να χαρακτηριστεί ως τραγική, τρομακτική, δραματική και φοβερή. Ξαφνικά, φαίνεται να μην έχουμε σκοπό και να οδεύουμε, με επιστημονικά αποδεδειγμένα στοιχεία πλέον, προς το αβέβαιο. Η κατάσταση αυτή είναι αναπόφευκτη, εφόσον είναι δραματική και το ξέρουμε αυτό από τον καιρό του Αριστοτέλη ακόμα. Η κάθαρση σε κάθε τραγωδία επέρχεται μέσω του φόβου. Ο κιρκεγκωριανός φόβος και τρόμος που ζούμε ήταν αναπόφευκτος και μάλλον αναπόφευκτη είναι και η επερχόμενη κάθαρση.

Ο Χάιζενμπεργκ, σε μία γλώσσα μαθηματική και συμβολική, όρισε μια νέα ηθική - που βέβαια έχει ξεπεράσει την όποια ηθική γνωρίζαμε ως τώρα. Αντιπαραθέτοντας την αρχή της Απροσδιοριστίας/Αβεβαιότητας στην κρατούσα αρχή της Αιτιοκρατίας, αντιπαραθέτει στους ορίζοντες του καλού/όμορφου/αληθινου και κακού/άσχημου/ψευδούς τον ορίζοντα του αναπόφευκτου και του αδύνατου. Στον ορίζοντα του αναπόφευκτου βρίσκεται η απόλυτη βεβαιότητα, η απόλυτη εντροπία του θερμικού θανάτου. Στον ορίζοντα του αδύνατου βρίσκεται η απόλυτη αβεβαιότητα, η απόλυτα πληροφοριακή κατάσταση, η αρνητική εντροπία. Τα ενδιάμεσα καζαντζακικά κβαντικά σημεία τα λέμε ελευθερία των πιθανοτήτων. Όσο πιο πιθανή είναι μια κατάσταση, τόσο πιο κοντά βρίσκεται στην αναποφευξιμότητα. Όσο πιο απίθανη είναι μία κατάσταση τόσο πιο κοντά βρίσκεται στην αδυνατότητα. 

Ο αριστοτελικός τρόμος της επερχόμενης κάθαρσης είναι μια αρχαϊκή μετάφραση του περάσματος από το βέβαιο στο αβέβαιο, από το αναπόφευκτο στο αδύνατο. Αποτελεί μία πολύ ιδιαίτερη αντιστροφή: Το αδύνατο γίνεται αναπόφευκτο και το αναπόφευκτο γίνεται αδύνατο. Η βεβαιότητα των ηθικών του παρελθόντος ακυρώνεται και μια νέα κατάσταση είναι αναγκαία. Φυσικά, η νέα κατάσταση είναι απροσδιόριστη. Εφόσον δεν τη γνωρίζουμε, δε μπορούμε και να την ορίσουμε. Δεν είναι μάλλον το αναπόφευκτο του θανάτου που φοβίζει τον άνθρωπο, όσο το απροσδιόριστο αυτού του επέκεινα. Και ο Αριστοτέλης που θεωρούσε αναπόφευκτη συν-ήθειά του τη δημιουργία ορισμών, δε θα μπορούσε παρά να φοβάται ό,τι το απροσδι-όριστο.

Η οικολογία της Αισθητικής έχει να μας προσφέρει έναν πολύ ωραίο κύκλο, ωραίο αναφορικά με τα νέα αισθητικά κριτήρια της Απροσδιοριστίας. Μία νέα κατάσταση (ας πούμε, ένας πίνακας του Μαλέβιτς το 1915) είναι συν-ήθως άσχημη και τρομακτική και λαμβάνει αρνητική κριτική από τη μάζα και θετική κριτική μόνο από την ελίτ που είναι προτοιμασμένη για την επερχόμενη αλλαγή. Στη συνέχεια, αφότου ξεπεραστεί το απροσδιόριστο σημείο του Ζήνωνος, όπου το άσχημο θεωρείται όμορφο, σιγά-σιγά γίνεται απλώς αποδεκτό για να στολίζει το περιβάλλον, ώσπου στο τέλος αγγίζει τα όρια του Κιτς. Μέσα από την απόλυτα εντροπική αυτή κιτς κατάσταση, όπου οι πάντες περιβάλλονται από μία ηθική που δε λειτουργεί, ξεπηδάει μέσα από μία διαλεκτική τυχαίου και αναγκαίου το νέο άσχημο, το νέο πρωτοπόρο (αβάν γκάρντ), το νέο μελλοντικά όμορφο. 

Ο χρόνος αναγνώρισης των εαυτών τους που απαιτείται από τους ανθρώπους για να θεωρήσουν τη νέα κατάσταση όμορφη, ορίζει το πόσο ρηξικέλευθη είναι αυτή η κατάσταση. Και κάθε φορά, όπως σε ένα μυθικό κύκλο που επαναλαμβάνεται αιώνια, όταν οι νέοι θεοί αντικαθιστούν τους παλιούς, η ασχήμια του φόβου του αγνώστου ξεπερνιέται με το να κάνουμε το φόβο γνωστό μας και να μην το φοβόμαστε. Έτσι, ο φόβος του θανάτου ξεπερνιέται με το θάνατο του φόβου. Τώρα γίνεται φανερό γιατί η κοινή γνώμη θεωρεί τους Αναρχικούς τρομοκράτες. Η αιτιοκρατία φοβάται την απροσδιοριστία και ελλείψει κάποιας άλλης ονομασίας την ονομάζει τρομοκρατία.

Τετάρτη 3 Απριλίου 2013

Δομή και Λειτουργία: Προς ένα τέλος της μουσικής.

Δομή και Λειτουργία: Προς ένα τέλος της μουσικής.

Αφιερωμένο στον εμπνευστή Flusser.

Παραδοσιακά υπάρχει μια αντιστρόφως ανάλογη σχέση μεταξύ της λειτουργικότητας και της δομής ενός συστήματος ως προς την πολυπλοκότητά του. Θα δώσω δύο απλά παραδείγματα. 

Το σκάκι είναι ένα υπερβολικά απλό (simplex) σύστημα όσον αφορά τη δομή του - μερικά πιόνια και μια ανάλογα βαμμένη επιφάνεια αρκούν -, αλλά είναι εξαιρετικά περίπλοκο (complex) στη λειτουργία του - προϋποθέτει γνώση κανόνων και στρατηγική μπροστά στις άπειρες δυνατότητες που προσφέρει.

Η τηλεόραση είναι ένα υπερβολικά περίπλοκο σύστημα όσον αφορά τη δομή της - σειρές επί σειρών κυκλωμάτων, πομποί, δέκτες και πολλά άλλα -, αλλά είναι εξαιρετικά απλή στη λειτουργία της - ένα τηλεχειριστήριο με δέκα κουμπιά, πολύ εύκολα στη χρήση τους, αρκεί για να τη χρησιμοποιήσει κάποιος στην πληρότητά της.

Η σχέση αυτή φαίνεται να οξύνεται κατά την πάροδο των τεχνολογικών ετών. Τα συστήματά μας γίνονται ολοένα και πιο εύκολα στη λειτουργία τους και πιο περίπλοκα στη δομή. Αυτό έχει ένα ιδιαίτερο αισθητικό αποτέλεσμα το οποίο βρίσκει μια παραλληλία στη θεωρία της εντροπίας.

Ένα σύστημα όπως το σκάκι κινητοποιεί τις αισθήσεις προσφέροντας μια συνεχή πρόκληση στο χρήστη του, ο οποίος βρίσκεται σε εγρήγορση, μέσα σε ένα πληροφοριακό διάλογο με το σύστημα που χρησιμοποιεί, εισάγοντας και εξάγοντας νέο νόημα στα δεδομένα της απλής αυτής δομής. "Αισθητοποιείται."

Ένα σύστημα όπως η τηλεόραση ακινητοποιεί τις αισθήσεις προσφέροντας έναν συνεχή εφησυχασμό στο χρήστη της, ο οποίος βρίσκεται σε λήθαργο, μέσα σε ένα εντροπιάζον περιβάλλον λόγω του συστήματος που χρησιμοποιεί, λαμβάνοντας παθητικά ένα σωρό πληροφοριών μέσω των πομπών της πολύπλοκης αυτής δομής, δίχως τη δυνατότητα ανάδρασης και προσπέλασης. "Αναισθητοποιείται."

Αυτή ήταν η ιστορία μέχρι τη χρήση της τηλεόρασης ως κατεξοχήν μέσου επικοινωνίας και κυρίαρχου συστήματος πληροφόρησης. Η ανάπτυξη των υπολογιστών και του διαδικτύου προσφέρει μία ολοκαίνουργια εμπειρία που προκαλεί τις αισθήσεις μας λόγω των άπειρων δυνατοτήτων εισαγωγής και εξαγωγής πληροφορίας που διαθέτει με την παράλληλη ύπαρξη μιας ιδιαίτερα σύνθετης δομής. Η ταυτόχρονη πολυπλοκότητα που διέπει τόσο τη δομή όσο και τη λειτουργία του υπολογιστή (για τον άνθρωπο που θα καταφέρει να τον δαμάσει σε μεγάλο βαθμό), είναι μια απόδειξη του ξεπεράσμος της διαλογικής/αναλογικής μας συνείδησης που βασιζόταν στην ιστορική και γραμμική συνείδηση. Η περιπλοκότητα, πλέον, είναι σημάδι σύν-θεσης (com-pute) ψηφίων (calculi), γεγονός που αφήνει τον ορίζοντα ανοιχτό για ένα ατελεύτητο παιχνίδι δοκιμής πιθανοτήτων με στόχο τον εντοπισμό των μη-αναμενόμενων (και άρα πληροφοριακών) καταστάσεων μέσα από τον χαοτικό κύκλο της αρνητικής εντροπίας που δημιουργείται από τη συσσώρευση του όγκου των παλαιών πληροφοριών.

Ας δούμε τώρα τι γίνεται με το rap. Σε σχέση με την εξέλιξη της τεχνολογίας, η μουσική φαίνεται να ακολουθεί μια αντίστροφη πορεία. Η παραγωγή μουσικής ήταν στο παρελθόν όλο και πιο περίπλοκη μέσω της σύνθεσης. Αρχικά φαίνεται να ξεκίνησε από τον παιγνιώδη πειραματισμό για τον εντοπισμό μη πιθανών πληροφοριακών μουσικών στοιχείων - όπως στην περίπτωση των υπολογιστών. Στη συνέχεια οι μουσικοί συνθέτες απομονώθηκαν στην περιπλοκότητά τους εξάγοντας μόνο μουσικά προϊόντα στο κοινό υπό μορφή ηχογραφήσεων και συναυλιών - όπως στο παράδειγμα της τηλεόρασης. Το σήμερα φέρνει αρκετά παραδείγματα τα οποία μας φέρνουν πιο κοντά στο παράδειγμα του σκακιού. Είδη όπως το rap, το dubstep ή το drum'n'bass είναι κατά κύριο λόγο εξαιρετικά εύκολα στην παραγωγή τους και απλά στη δομή τους τεχνικά και μουσικά (sampling, ρυθμός τεσσάρων τετάρτων), αλλά θέτουν τη μεγάλη πρόκληση στο θέμα του στίχου. 

Κάποιος μπορεί να θεωρήσει πως ένα τραγούδι rap, για παράδειγμα, είναι το αποτέλεσμα ιδιαίτερης μουσικής σύνθεσης παρακολουθώντας μια σύχρονη ορχήστρα που παίζει rap. Θα ήταν ο ίδιος άνθρωπος που θα έλεγε πως το σκάκι είναι αποτέλεσμα ιδιαίτερης λειτουργικής δομής εάν έβλεπε μία χρυσή σκακιέρα και πιόνια σκαλισμένα με εξαιρετική λεπτομέρεια. Η ουσία της αναλογίας δομής και λειτουργικότητας δε φαίνεται να αλλάζει παρόλα αυτά, όσον αφορά τη λειτουργία κάθε συστήματος ως τέτοιο, ασχέτως με την εξωτερική του εμφάνιση.

Εάν πριν τη δημιουργία απλών στη δομή συστημάτων, όπως το σκάκι, δεν υπήρχαν τεχνικά συστήματα, μήπως η αντίστροφη αυτή εξέλιξη τεχνικών συστημάτων και θεωρίας αποτελεί ένα προμήνυμα για το τέλος της μουσικής;

Τετάρτη 13 Μαρτίου 2013

“Space is the Place” and “the Medium is the Message”: Drawing parallels between Sun Ra and Marshall McLuhan.


“Space is the Place” and “the Medium is the Message”: Drawing parallels between Sun Ra and Marshall McLuhan.
Vassilis Galanos

This is an experimental essay that aims to combine jazz music with media theory. Since it is experimental, its basis  will consist of two quotations by a very experimental jazz artist and a very experiential media theorist. A correlation is to be found between two simplistic provocative sentences that influenced the audiences of both fields dramatically. 

Avant-garde jazz musician’s Sun Ra’s “Space is the Place” song was a message of infinite potential within the capability of humans. As the song continues, “there’s no limit to the things you can do … to the things you can be”. For him “Space” can have the meaning of the world out of the earth. The places humans aren’t able to reach easily. A second layer on his thought can move the notion of “Space” towards its relation with “Place”. A lot of discussion is held in the areas of architecture, sociology, urban planning and philosophy for the definition of what is “Space” and what is “Place”. One could try and find a distinction between them and maintain a balance by separating “Global” and “Local”. Another could mention a continuous blending between the two, focusing at a “Glocal” concept of “alltogetherness” and “allatonceness”. But let’s take a view at Sun Ra’s sentence under the light of media theory.

Few years before Sun Ra’s song release, in 1964, communication theorist Marshall McLuhan stated that “the Medium is the Message”. As he states, the message that somebody sends through a specific sort of mediation is way less important than the significance of the very kind of the used medium. Every new medium, or way of mediation, creates a vast new environment that affects the way humans think and interact with each other. Thus, affects also the expression and nature of our specific messages. The media used within the last sixty years are sending the message of thinking globally, of crossing the borders. From the telephone, back then, to the internet, nowadays, one can see how the difference or the development of the messages' essence has evolved. 

A final note on Flusserian inter-dialectics: Every mediation is hiding what it is supposed to show. The receiver of a message is its interpreter. There can be no exact transfer of data as long as they are mediated. When mediated, the data is turned into information; they are transformed, thus, showing context and meaning. 

A “Place”, for the followers of the distinction between it and “Space”, is a field of discourse between individuals for the exchange of messages and information. Drawing a parallel between the two phrases, “the Medium is the Message” and “Space is the Place” can provide with a reflection for understanding the conditions that create the situation of “Glocality”. Within a macrocosm of ex-istence “out there”, “Space” can mean the “Place” and vice versa. In the microcosm of experience the “Medium” can be the “Message” and vice versa. “Space” and “Medium” can be the environment defined by the “Places” and the “Messages” that can be the circumstances – and vice versa. “Space” can be the existential version of the global “Medium”. “Place” can be the existential version of the local “Message”. Place mediates a message that creates the form of the space. Thus, the notion of “Locality”, i.e. focusing on the “Place” and the “Message” is the spectacular inter-dialectics of losing the notion of “Space” and “Medium”. The consciousness of the simultaneous co-existence, relation, blending and interdependence of messages, mediations, places and spaces might be the most inspiring way of escaping the labyrinth of partiality and unleashing the potentials for “the things you can do”.

Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2013

Ο μυστηριώδης ρόλος των συμπτώσεων στην καθημερινή ζωή ενός βιβλιόφιλου ράπερ.



Ο μυστηριώδης ρόλος των συμπτώσεων στην καθημερινή ζωή ενός βιβλιόφιλου ράπερ.

Η/οι ιστορία/ες που θα ακολουθήσει/ουν αποτελεί/ούν καταγραφή συμπτώσεων και τυχαίων περιστατικών που συνδέονται μέσω των συνειρμών μου και του κέρματος με τις δύο εξίσου βαριές όψεις που ονομάζονται “τύχη” και “ανάγκη”. Τις έγραψα, νομίζω, το Μάιο του 2012.

Κεφάλαιο πρώτο: Το ζωντανό σκάνδαλο του Βοκάκιου.


Τελείωσα πριν δύο χρόνια τη σχολή βιβλιοθηκονομίας στη Θεσσαλονίκη. Μένω στην οδό Ερατύρας 5 στην Καλαμαριά. Οφείλω να αναφέρω επίσης για την ομαλότερη έκβαση της ιστορίας πως εδώ και αρκετά χρόνια ασχολούμαι ενεργά με τη μουσική ραπ κυρίως ως στιχουργός. Τα στοιχεία αυτά θα φανούν χρήσιμα στη συνέχεια.

Πριν περίπου τρία χρόνια δέχτηκα ένα αναπάντεχο τηλεφώνημα ένα μεσημέρι όπου ακολούθησε ο παρακάτω διάλογος:

-Καλησπέρα σας, είστε ο κ. Γαλανός;
-Μάλιστα, ο ίδιος.
-Και κατοικείτε στην οδό Ερατύρας 5, στην Καλαμαριά, σωστά;
-Μάλιστα.
-Λοιπόν, το όνομά μου είναι Γιάννης Σκάνδαλος, εργάζομαι στο νοσοκομείο Άγιος Παύλος στο Φοίνικα και κατοικώ στην Πολίχνη, στη διεύθυνση Ερατύρας 5, όπως και εσείς, αλλά με διαφορετικό ταχυδρομικό κώδικα. Ένα γράμμα στο όνομά σας κατέφθασε στην οικοδομή μας και ψάξαμε στις πληροφορίες να βρούμε ποιος μπορεί να είναι ο σωστός παραλήπτης και σας βρήκαμε. Το γράμμα αυτό περιέχει μάλλον κάποια κάρτα, πιθανώς πιστωτική, και γι' αυτό θεώρησα σκόπιμο το γεγονός πως έπρεπε να σας βρω για να σας ειδοποιήσω.
-Μα αυτό είναι πάρα πολύ ευγενικό εκ μέρους σας και σας ευχαριστώ πάρα πολύ. Πώς θα γίνει να συναντηθούμε για να πάρω την κάρτα αυτή; Το νοσοκομείο που δουλεύετε βρίσκεται πολύ κοντά στο σπίτι μου και μάλλον θα μπορούσα να σας επισκεφθώ κάποια μέρα που εφημερεύετε.
-Ναι, μάλλον έτσι θα το κάνουμε. Εγώ εφημερεύω αύριο, οπότε θα έχω και το γράμμα σας μαζί μου, αν θέλετε περάστε κοντά στο μεσημεράκι για να σας το παραδώσω. Είναι βεβαίως σφραγιστό, δεν το άνοιξα, μπορεί άλλωστε να περιέχει κάποια προσωπική σας πληροφορία.
-Ήδη το γεγονός πως ασχοληθήκατε τόσο αποδεικνύει την ευγένεια και σίγουρα και τη διακριτικότητά σας, και πάλι σας ευχαριστώ, θα τα πούμε αύριο, καλό σας απόγευμα.
-Καλό σας απόγευμα, τα λέμε αύριο.

Στη συνέχεια της βραδιάς πήγα στο βιβλιοπωλείο της Γούναρη που παραμένει ανοιχτό ως τα μεσάνυχτα και πήρα ως δώρο τη φοβερή συλλογή κειμένων του Andre Breton “Ανθολογία του μαύρου χιούμορ” ως δώρο για τον άνθρωπο αυτό που με συγκίνησε τόσο η πράξη του. Για του λόγου το αληθές, το συγκεκριμένο βιβλίο δεν είναι κάτι το οποίο δωρίζεις σε κάποιον τον οποίο δε γνωρίζεις, χωρίς για παράδειγμα να έχεις κάποια ένδειξη για τις πολιτικές και θρησκευτικές του πεποιθήσεις ή για τις αναγνωστικές του προτιμήσεις, αν υπάρχουν τέτοιες πέραν των υποχρεωτικών, αν υπάρχουν και αυτές. Παρόλα αυτά, όντας τότε πολύ επηρεασμένος από το κίνημα του υπερρεαλισμού θεώρησα πως αυτή η ανθολογία συγγραφέων όπως οι Swift, Βοκάκιος, Sade, Dali καιDuchamp θα ήταν ένα μοναδικό δώρο μετά από μια τέτοια αναπάντεχη γνωριμία που είχε ήδη μία δόση υπερρεαλιστικής ίντριγκας. Να αναφέρω επίσης πως την περίοδο εκείνη συνέλεγα οποιοδήποτε βιβλίο αναφερόταν σε κάποιο εξεζητημένο ή υπερβολικά συγκεκριμένο τεχνικό θέμα, όντας φανατικός του παιχνιδιού της ανάγνωσης τέτοιων βιβλίων υπό μια υπερρεαλιστική ματιά. Έτσι στη συλλογή μου βρίσκονταν ήδη εγχειρίδια ξιφασκίας, εκτροφής χοίρων, αγελάδων, ψαριών, σαλιγκαριών, ενδυματολογίας, παρουσιάσεως του επαγγέλματος του ψυκτικού και προπαγάνδας εναντίον των κόμικς και της ροκ μουσικής από χριστιανικούς εκδοτικούς οίκους.

Την επόμενη μέρα βρήκα τον κ. Σκάνδαλο στο γραφείο του και μετά από έναν πολύ σύντομο χαιρετισμό ανταλλάξαμε τα αντικείμενά που είχαμε ο ένας για τον άλλον και αποχαιρετιστήκαμε χωρίς κάποια ιδιαίτερη ένδειξη συναισθηματισμού. Το γεγονός πως του είχα δώσει ένα βιβλίο ως δώρο έμοιασε σαν να μην τον άγγιξε καθόλου και φάνηκε σαν να περίμενε ένα κουτί γλυκά ή τέλος πάντων κάτι πιο χρήσιμο και άμεσα αναλώσιμο.

Ένα εξάμηνο πέρασε, η ιστορία αυτή είχε ήδη αρχίσει να περνάει στην άκρη των πρόσφατων αναμνήσεών μου και ένα απόγευμα βρισκόμουν έξω από το κτήριο της σχολής μου καθισμένος σε ένα παγκάκι περιμένοντας να τελειώσει το κενό ανάμεσα σε δύο μαθήματα. Δίπλα μου καθόταν ένας καθηγητής της σχολής μου του οποίου δεν είχε τύχει ποτέ να παρακολουθήσω μάθημα. Το επίθετό του ήταν Ζωντανός και όταν με ρώτησε το όνομά μου, Βασίλης Γαλανός, ξεκινήσαμε μία συζήτηση για τα παράξενα επίθετα. Ο ίδιος ο Ζωντανός, ειρωνικά σε σχέση με το επίθετό του ανήκει στα υποτονικά άτομα με ιδιαίτερα χαμηλή ένταση στη φωνή και μοναδική διακριτικότητα στις κινήσεις του. Μάλιστα μου γνωστοποίησε και μια από τις ενδείξεις αυτοσαρκασμού του, λέγοντάς μου πως για να κάνει πλάκα για την κάθε άλλο παρά πομπώδη συμπεριφορά του, υπογράφει στα διαγωνίσματα των φοιτητών του ως “Still Alive”. Στη συνέχεια, προχωρώντας στη συζήτηση για τα επίθετα ακολούθησε η παρακάτω συζήτηση:

-Που λες, εμένα τη γυναίκα μου στο όνομα τη λένε Πέτρα. Έχουμε έναν οικογενειακό φίλο που ονομάζεται στο επίθετο Σκάνδαλος και εγώ ένα απόγευμα που έκανα συνειρμούς φαντάστηκα πως αν με χώριζε η γυναίκα μου και παντρευόταν αυτόν θα ονομαζόταν Πέτρα Σκανδάλου.

-Χα, μη μου πείτε πως αυτός ο κ. Σκάνδαλος είναι γιατρός στον Άγιο Παύλο;

-Ναι, πού τον ξέρεις;

Του εξήγησα την ιστορία και φάνηκε πως και οι δύο ήμασταν πολύ ευχαριστημένοι με την εύρεση ενός κοινού γνωστού. Κάπου εκεί η συζήτησή μας είχε τελειώσει καθώς ο καθηγητής μου έπρεπε να μπει στην αίθουσα όπου δίδασκε. Από τότε δεν έτυχε να του μιλήσω ξανά με εξαίρεση μερικούς τυπικούς χαιρετισμούς όποτε τον έβλεπα στη σχολή.

Τα χρόνια πέρασαν, αποφοίτησα, πήγα στο στρατό, απολύθηκα και να 'μαι ξανά στο ίδιο σπίτι στην Καλαμαριά, πριν μία εβδομάδα γύρω στις έντεκα το βράδυ να δέχομαι και πάλι ένα αναπάντεχο τηλεφώνημα. Μία γυναίκα βρισκόταν στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής σύνδεσης και με ενημέρωσε πως ήταν η σύζυγος του κ. Σκανδάλου και πως ένα γράμμα στο όνομά μου το οποίο φαίνεται να περιέχει πάλι μια κάρτα έχει φτάσει και πάλι στην οικοδομή τους. Κανονίσαμε λοιπόν να περάσω και πάλι από το νοσοκομείο του συζύγου της την επόμενη μέρα για να παραλάβω και πάλι την ανανεωμένη μου κάρτα με τη λανθασμένη καταγραφή ταχυδρομικού κώδικα στη διεύθυνση παραλήπτη. Χωρίς να χάσω την ευκαιρία, ανέφερα στη γυναίκα αυτήν τη γνωριμία μου με τον κ. Ζωντανό, μα όσο και αν οι προσπάθειές μου για μια πλήρη περιγραφή του ανθρώπου τούτου ήταν συνεχείς και έντονες, η ίδια δεν κατάφερε να καταλάβει για ποιο πρόσωπο μιλούσα. Στενοχωρήθηκα κάπως μιας και ήμουν πεπεισμένος πως η συζήτηση θα κατέληγε σε αυτό το ευχάριστο συναίσθημα της αντίληψης πως η πόλη στην οποία ζεις είναι πραγματικά ένα μεγάλο χωριό.

Την άλλη μέρα πήγα στο νοσοκομείο του κ. Σκανδάλου, αυτήν τη φορά με άδεια χέρια πιστεύοντας πως τα πράγματα ήρθαν έτσι, δίχως δηλαδή την επιβεβαίωση του κοινού γνωστού, ίσως λόγω του αποτυχημένου δώρου που είχα πάρει πριν τρία χρόνια. Βρήκα και πάλι τον όροφο στον οποίον εργάζεται ο χειρούργος μεσάζοντας της αλληλογραφίας μου με την Εμπορική Τράπεζα και κλήθηκα να τον περιμένω κατόπιν προτροπής ενός συναδέλφου του καθώς τη συγκεκριμένη ώρα χειρουργούσε έναν ασθενή. Τα χρόνια είχαν περάσει και ήδη η μνήμη μου είχε σβήσει την εξωτερική μορφή του ανθρώπου αυτού. Ήμουν επίσης σίγουρος πως και ο ίδιος δε θα με αναγνώριζε, καθώς κυρίως λόγω των μαλλιών και του υπογένειού μου η εμφάνισή μου προφανώς θα δυσχέραινε τη διαδικασία ταύτισης. Μετά από περίπου είκοσι-πέντε λεπτά ο κ. Σκάνδαλος εμφανίστηκε με ένα χαμόγελο στο πρόσωπο, σημάδι του ότι η επέμβαση είχε στεφθεί με επιτυχία. Η σιγουριά με τη οποία βγήκε έξω με έκανε να καταλάβω πως ήταν αυτός, αν και για να είμαι ειλικρινής ακόμα δε μπορούσα να ανακαλέσω τα χαρακτηριστικά του σε σχέση με την τελευταία μας συνάντηση. Με ρώτησε αν είμαι ο Βασίλης και μετά την απάντησή μου άλλαξε μια μπλούζα και κατέβηκε μαζί μου ως το αυτοκίνητό του για να μου δώσει το φάκελο με την κάρτα μου.

Καθώς προχωρούσαμε με ρώτησε για τον κ. Ζωντανό. Προσπάθησα να του τον περιγράψω και πάλι μα δε φάνηκε να τον γνωρίζει, σε σημείο τέτοιο που άρχισα να αμφιβάλλω για το τι θα μπορούσε να έχει σκαρφιστεί ο καθηγητής μου. Με ρώτησε σε ποια σχολή διδάσκει και μόλις άκουσε τη λέξη-κλειδί “βιβλιοθηκονομία” η συζήτηση άλλαξε αμέσως. Επιβεβαιώνοντας μέσα από δύο ακόμα ερωτήσεις την επαγγελματική μα και προσωπική σχέση μου με τα βιβλία, με πολύ ευγενικό τρόπο μου ανέθεσε δύο αποστολές ευρέσεως βιβλίων, που σύμφωνα με τα λεγόμενά του έψαξε όσο μπορούσε στην Ελλάδα και δε μπόρεσε να τα βρει. Μου ζήτησε, λοιπόν, να κάνω μια έρευνα στο διαδίκτυο και εάν βρω τα βιβλία να του τα παραγγείλω. Η πρώτη αφορούσε το βιβλίο “Δεκαήμερον” του Ιταλού συγγραφέα Βοκάκιου. Η ένστασή μου ήταν άμεση, καθώς το συγκεκριμένο βιβλίο κυκλοφορεί σε δύο τόμους στην ελληνική, εδώ και κάμποσα χρόνια, χωρίς να παρουσιαστεί ποτέ έλλειψή του. Του σύστησα και το συγκεκριμένο βιβλιοπωλείο από το οποίο μπορεί να το προμηθευτεί σε πολύ καλή τιμή και αμέσως ρώτησα για το δεύτερο μέρος της αποστολής μου. “King Jesus” του Robert Graves. Ρώτησα για το περιεχόμενο του βιβλίου το οποίο δεν ήξερα και έμαθα πως είναι μία ιστορία που παρουσιάζεται ως ιστορικό μυθιστόρημα, από έναν ιστορικό ο οποίος ίσως φοβόταν την κοινωνική κατακραυγή που θα επερχόταν αν εξέδιδε τα στοιχεία που δίνει σε αυτό το βιβλίο υπό μορφήν επιστημονικού συγγράμματος. Η ιστορία ενός Ιησού Χριστού ο οποίος έχει βασιλική καταγωγή ήταν αρκετή για να κάνει το βιβλίο αυτό να ανήκει στο Ίντεξ απαγορευμένων βιβλίων της καθολικής εκκλησίας και που, σύμφωνα με τον κ. Σκάνδαλο, τα πρώτα χρόνια της έκδοσής του οι καθολικοί αγόραζαν οποιοδήποτε αντίγραφο του βιβλίου με μόνο σκοπό να το καταστρέψουν. Όντας κι εγώ αρκετά επηρεασμένος από δύο δοκίμια του Michel Onfray που είχα διαβάσει πρόσφατα, συνέχισα παθιασμένος τη συζήτηση, φτάνοντας να μιλάω για το σκόλοπα που κατέτρωγε τον Απόστολο Παύλο και τις αρρωστημένες βάσεις που ο τελευταίος έθεσε στη θρησκεία του χριστιανισμού.

Μιλώντας για κάνα τέταρτο για σκόλοπες και σκολοπισμούς δίπλα στο πορτμπαγκάζ του κ. Σκάνδαλου κάτω από τον ανοιξιάτικο ήλιο, αποφάσισε να μου δωρήσει ένα βιβλίο του που είχε πρόχειρο εκεί σε πολλά αντίτυπα. Το βιβλίο αυτό ήταν κάτι το ιδανικό για τη συλλογή μου και αισθάνθηκα μετά από αρκετά χρόνια αυτήν τη μοναδική χαρά του να κρατώ στα χέρια μου μια πολυτελή έκδοση με γυαλιστερό χαρτί και σκληρό εξώφυλλο, όπου το όνομα συγγραφέα είναι “Ιωάννης Σκάνδαλος”, ο τίτλος του βιβλίου είναι “η γάγγραινα Fournier” και ανάμεσα στα περιεχόμενα του δέσποζαν εικόνες προχωρημένης σήψης γεννητικών οργάνων εξαιτίας της ασθένειας αυτής, καθώς και επιχειρηματολογία σχετικά με την πιθανότητα του να έπασχε από αυτήν την ασθένεια κάποιος Ηρώδης που έζησε περίπου την ίδια εποχή με το συνώνυμό του βασιλιά που όλοι γνωρίζουμε από τις αφηγήσεις τις Καινής Διαθήκης. Εμφανώς χαρούμενος και εντυπωσιασμένος ευχαρίστησα τον κ. Σκάνδαλο για το υπέροχο δώρο του και του υποσχέθηκα πως θα τον ενημερώσω μόλις έχω νέα για το βιβλίο που αναζητά. Ο καθένας μας ακολούθησε το δρόμο του και εγώ περπατώντας έκανα τη σύνδεση στο νου μου: ο Βοκάκιος περιέχεται στην “Ανθολογία του Μαύρου Χιούμορ” που χάρισα στο φίλο μου πριν από τρία χρόνια. Άραγε ο άνθρωπος αυτός έμαθε για το Βοκάκιο μέσα από αυτήν την ανθολογία ή γνώριζε για αυτόν μέσα από άλλες πηγές; Τα σενάρια που έκανα προχωρώντας ήταν τα ακόλουθα:

Προφανώς δε γνώριζε το Βοκάκιο πριν το δώρο μου, διάβασε το βιβλίο, του έκανε εντύπωση, συγκράτησε το όνομα, έκανε κάποιες προσπάθειες να βρει το βιβλίο, απέτυχε και από τότε έχει το απωθημένο να διαβάσει Βοκάκιο. Τα χρόνια πέρασαν και όπως εγώ δε θυμόμουν το πρόσωπό του, αυτός δε θυμόταν πως εγώ του έδωσα την πρώτη πηγή για το Βοκάκιο.

Γνώριζε το Βοκάκιο προτού να του δώσω το βιβλίο και το γεγονός πως του έδωσα μια ανθολογία που τον περιέχει τον έκανε να με ρωτήσει αν μπορώ να του βρω κάτι παραπάνω. Απλώς ξέχασε να μου αναφέρει κάτι σε σχέση με την ανθολογία.

Γνώριζε το Βοκάκιο είτε πιο πριν είτε έμαθε γι' αυτόν αργότερα, απλώς δε διάβασε ποτέ το βιβλίο και έτσι δεν έχει καν επίγνωση της σύμπτωσης η οποία με απασχολεί στο συγκεκριμένο μέρος αυτής της αφήγησης.

Κάνοντας αρχικά μια βόλτα στην πλατεία Ναυαρίνου, έδειξα το βιβλίο του κ. Σκάνδαλου σε ορισμένους φίλους μου, λάτρεις του ιδιότυπου και του εκκεντρικού. Το βιβλίο προκάλεσε αίσθηση και σκάνδαλο στην πλατεία και τρία άτομα μου ζήτησαν να το δανειστούν για είκοσι λεπτά ο καθένας για να το δείξουν και σε κάποιον ακόμα φίλο τους που κάθεται πιο πάνω. Η ώρα πέρασε και μόλις πήρα το βιβλίο πίσω και από τον τελευταίο ενοικιαστή, πήγα στο σπίτι και αφότου έλεγξα τα μηνύματα στο ηλεκτρονικό μου ταχυδρομείο, έκανα την πρώτη μου έρευνα για το βιβλίο του Graves. Έκανα μια πρώτη αναζήτηση σε ελληνικές βάσεις δεδομένων για να δω μήπως έχει μεταφραστεί και μπορώ έτσι να του προσφέρω μια πιο εύληπτη μεταφρασμένη εκδοχή του τεκμηρίου που τον ενδιαφέρει. Μυστηριωδώς στα ελληνικά κυκλοφορούν αρκετά βιβλία του ίδιου συγγραφέα, των οποίων όμως το περιεχόμενο κάποιος ίσως να μπορούσε να το θεωρήσει ελάσσονος σημασίας. Έψαξα, λοιπόν, και στη μεγαλύτερη ιστοσελίδα δημοπρασιών στον κόσμο και βρήκα πάρα πολλά διαθέσιμα αντίτυπα του βιβλίου, σε εξευτελιστικές μάλιστα τιμές. Αμέσως παρήγγειλα ένα φθηνό μεταχειρισμένο αντίτυπο του βιβλίου, έκδοσης του 1990, που βρισκόταν σε καλή κατάσταση σύμφωνα με τα λεγόμενα του πωλητή. Επιβεβαιώνοντας την αγορά ένοιωσα το συναίσθημα που με ώθησε στο να καταγράψω αυτήν την ιστορία, αυτό της ολοκλήρωσης των συμπτώσεων. Γνώριζα πως σε μία με δύο εβδομάδες το βιβλίο θα είναι εδώ, θα τηλεφωνούσα στο χειρούργο φίλο μου και θα του ανακοίνωνα την άφιξη του βιβλίου και αφότου θα συναντιόμασταν και θα του το έδινα, ο κύκλος πραγματικά θα έκλεινε και θα περίμενα την αρχή κάποιας νέας ιστορίας.

Πριν όμως το βιβλίο να έρθει, το ντόμινο των συμπτώσεων έπρεπε να συνεχιστεί για λίγο ακόμα. Πριν δύο μήνες βρισκόμουν στην Αθήνα για τις προετοιμασίες ενός μουσικού εγχειρήματος με έναν ράπερ που μένει εκεί, ο οποίος είναι πολύ επηρεασμένος από το έργο του μαρκησίου de Sade, ενός ακόμα ανθολογούμενου στο ίδιο βιβλίο με το Βοκάκιο. Ο εν λόγω ράπερ, όσον καιρό βρισκόμουν εκεί, μίλησε για μένα σε έναν δεκαεξάχρονο φίλο του από το Μεσολόγγι, ο οποίος έδειξε άμεσο ενδιαφέρον για τη μουσική μου. Γνωριστήκαμε διαδικτυακά, μιλήσαμε γενικά και αόριστα κάποιες φορές, μα τρεις μέρες μετά τη δεύτερη συνάντησή μου με το χειρούργο μιλήσαμε αναλυτικότερα μέσω του διαδικτύου. Ο Άκης, λοιπόν, μου ζήτησε να του προτείνω κάποια βιβλία για να διαβάσει, μιας και ο κοινός μας φίλος στην Αθήνα του είπε πως διαβάζω πολύ. Όταν τον ρώτησα τι βιβλία του αρέσει να διαβάζει συνήθως, μου έδωσε μία απάντηση που για μένα εξισώθηκε με το τελειωτικό χτύπημα που θα μπορούσε να μου δώσει η θεά των συμπτώσεων. Αγαπημένος του συγγραφέας είναι ο Βοκάκιος, ο Ιταλός αυτός που κατέγραψε πριν εκατοντάδες χρόνια τις προστυχιές που συνέβαιναν στα καθολικά μοναστήρια. Μάλιστα, η εμμονή του για αυτόν το συγγραφέα τον έκανε να φέρει και το ψευδώνυμο “καλόγερος” ανάμεσα στους φίλους του. Ενώ μιλούσαμε και αφότου μου είχε δηλώσει πως είναι κατηγορηματικά άθεος – κάνοντάς με να ξαναναφέρω το Michel Onfray μέσα σε τρεις μέρες – με ρώτησε αν πιστεύω στη μετενσάρκωση. Ξεκινώντας να του αραδιάζω τις θεωρίες μου, που δεν είναι επί του παρόντος να αναλύσω, αυτός μου είπε πως παρά το γεγονός ότι είναι άθεος, πιστεύει στη μετενσάρκωση για τον απλούστατο εξής λόγο: πιστεύει πως είναι η μετεμψύχωση του Βοκάκιου. Έχει δημιουργήσει μάλιστα και ένα ιστολόγιο με το όνομα του αγαπημένου του συγγραφέα. Η έκπληξή μου για τη σύνδεση όλων αυτών των γεγονότων ήταν μεγάλη, έτσι που δεν είχα το κουράγιο να κάτσω να περιγράψω όλα αυτά στο μικρό Βοκάκιο μέσω ενός προγράμματος ζωντανής αναμετάδοσης γραπτών μηνυμάτων στο διαδίκτυο. Ένα ακόμη μικρό μέρος της σύμπτωσης είναι πως αφότου για τον κ. Σκάνδαλο είχα παραγγείλει διαδικτυακά ένα βιβλίο, χωρίς ο Άκης να γνωρίζει κάτι γι' αυτό με ρώτησε πώς μπορεί να παραγγείλει βιβλία από ελληνικές ιστοσελίδες βιβλιοπωλείων μιας και δε συμπαθεί καθόλου τους βιβλιοπώλες του Μεσολογγίου, που τον κατακρίνουν για τις επιλογές του, λες και επιτελούν το έργο μιας μικρογραφίας του καθολικού Ίντεξ.

Το βιβλίο κατέφθασε σχετικά γρήγορα, ακριβώς μια εβδομάδα μετά την παραγγελία. Τηλεφώνησα στον κ. Σκάνδαλο να του το ανακοινώσω, πετυχαίνοντας τον στο μέσο μιας εργασίας. Πολύ γρήγορα κανονίσαμε να βρεθούμε σε δύο μέρες. Πέντε λεπτά αφότου κατέβασα το ακουστικό δέχτηκα μια κλήση. Ήταν η σύζυγος του κ. Σκάνδαλου η οποία ήθελε να μου ανακοινώσει πως τελικά γνωρίζουν το κ. Ζωντανό και πως μάλιστα έχουν αρκετά καλές σχέσεις, σε επίπεδο επισκέψεων στο σπίτι του καθενός, απλώς τους διέφευγε το επίθετό του. Ο άνθρωπος πίσω από τη γνωριμία των οικογενειών Σκάνδαλου και Ζωντανού είναι μια βιβλιοθηκονόμος που ζει και εργάζεται στην πόλη των Σερρών. Σημειωτέον πως η εδώ και τρεις μήνες συγκάτοικός μου κατάγεται από την ίδια πόλη. Μετά το τηλεφώνημα αυτό ήταν φανερό πως η σχέση μας απέκτησε μία μεγαλύτερη βάση. Σε δύο μέρες βρήκα και πάλι τον κ. Σκάνδαλο και του έδωσα το βιβλίο, χωρίς βεβαίως να δεχτώ την οικονομική κάλυψη των εξόδων μου για το βιβλίο μιας και το να του δωρίσω αυτό το ποθητό για αυτόν τεκμήριο θα ήταν η ελάχιστη ανταπόδοση που θα μπορούσα να προσφέρω όχι μόνο στο συγκεκριμένο κύριο για όσα μου έκανε, μα και σε όλην αυτήν τη σειρά των γεγονότων που μόνον ευχάριστα ερωτηματικά μπόρεσαν να μου δημιουργήσουν.

Έχουν περάσει δύο εβδομάδες από τη μέρα που έλαβε χώρα η τελευταία μου συνάντηση με το γιατρό. Μέχρι τώρα ο κύκλος αυτών των συμπτώσεων φαίνεται να έχει κλείσει, αν και τα πάντα είναι ακόμα πιθανά. Πιστεύω πως θα πρέπει ο κ. Ζωντανός και η γυναίκα του Πέτρα να εμφανιστούν για κάποιο λόγο μπροστά μου μέσα στις επόμενες μέρες και να μου πουν πως είναι από το Μεσολόγγι και πως ένας φίλος τους βιβλιοθηκονόμος έχει ανοίξει εκεί ένα βιβλιοπωλείο και του κάνει τρομερή εντύπωση ένας δεκαεξάχρονος που έρχεται και παραγγέλνει βιβλία του Sade.

Κεφάλαιο δεύτερο: Η διπλή εμφάνιση μιας εβραϊκής βίβλου στα πρώτα βήματα ενός νεαρού καμπαλιστή μαζί με την εξαφάνιση και επανεμφάνιση μιας παλιάς μεταφρασμένης έκδοσης του “Φάουστ”

Πριν τέσσερα περίπου χρόνια, όντας φοιτητής ακόμα, πέρασα μια μεγάλη περίοδο ενασχόλησης με την Καμπαλά, τη μυστικιστική αυτή τάση αντιστροφής των όρων στα χωρία της Παλαιάς Διαθήκης – ή αλλιώς Εβραϊκής Βίβλου – για την πλήρη κατανόηση του περιεχομένου της, καθώς για για τη συνειδητοποίηση των ενεργειών που διέπουν το σύμπαν. Μεγάλοι και ρηξικέλευθοι συγγραφείς που δεν έδειξαν ποτέ να έχουν ιδιαίτερες μεταφυσικές ανησυχίες έτρεφαν παρόλα αυτά μια συμπάθεια προς τις καμπαλιστικές μεθόδους, λόγω της παιγνιώδους τάσης της φιλοσοφίας αυτής να είναι σε θέση να φέρει τα πάνω κάτω. Το πιο απλό παράδειγμα: Η φράση “Και ο Θεός έφτιαξε τον άνθρωπο” μετατρέπεται γρήγορα στο “Και ο άνθρωπος έφτιαξε το Θεό”. Kafka, Tzara, Breton, Borges, Calvino, Perec, ιδού μερικά από τα ονόματα κάποιων από τους αγαπημένους μου λογοτέχνες που η επιρροή της καμπαλά είναι αισθητή σε πολλά σημεία του έργου τους. Και αναφέρομαι μόνο σε λογοτέχνες για να μην επεκταθώ σε δοκιμιογράφους.

Όλα αυτά τα παιχνίδια έγκεινται σε μια προσπάθεια εναλλακτικής ανάγνωσης και στα σίγουρα αυτό ιντριγκάρει ιδιαίτερα ένα δυτικό μελετητή της καμπαλά που γνωρίζει το γεγονός ότι η εβραϊκή βίβλος, όπως και κάθε εβραϊκό κείμενο είναι γραμμένο από τα δεξιά προς τα αριστερά. Σε ένα βιβλίο μαγείας γραμμένο από το γνήσιο δόκτορα Φάουστ είχα βρει μια επίκληση που διαβάζεται βουστροφηδόν, όντας γραμμένη με εναλλαγή γλώσσας από ελληνικά σε εβραϊκά ανά σειρά.

Την ίδια περίοδο είχα γνωρίσει και έναν εκκεντρικό κρητικό ο οποίος τριγυρνούσε στους δρόμους της Θεσσαλονίκης σε αναζήτηση συνομιλητών, πάντα με ένα αντίτυπο της παλιάς έκδοσης του μεταφρασμένου “Φάουστ” του Goethe. Όταν πρωτομίλησα μαζί του, μετά από μία μακριά συζήτηση για τον ερμητισμό, τον κάλεσα σπίτι μου. Αυτός δέχτηκε και πήρε μαζί μου το λεωφορείο. Μετά από τρεις στάσεις όμως, συνειδητοποίησε πως είχε ξεχάσει το τσαντάκι με την ταυτότητα και το “Φάουστ” στην πλατεία Ναυαρίνου όπου καθόμασταν πριν. Αμέσως κατέβηκε και πήγε να ψάξει εκεί. Αργότερα, το βράδυ, που μου τηλεφώνησε, μου ανακοίνωσε πως οι προσπάθειές του ήταν μάταιες και πως κάποιος του είχε ήδη πάρει το τσαντάκι και πως έτσι έχασε οριστικά και το “Φάουστ”. Το μόνο που μπορούσα να του πω για να τον παρηγορήσω εκείνη τη στιγμή ήταν πως του υπόσχομαι να του βρω ένα ολόιδιο αντίτυπο του βιβλίου αυτού, το οποίο ο ίδιος νόμιζε πως είναι μοναδικό γιατί δεν κυκλοφορεί πλέον. Εγώ όμως γνώριζα πως η ίδια μετάφραση κυκλοφορεί κανονικά και μάλιστα σε εκπτωτικό βιβλιοπωλείο με μόνη διαφορά το εξώφυλλο. Έτσι θα μπορούσα να του το πάρω και ως δώρο μια από τις επόμενες μέρες, πράγμα που δεν έκανα τελικά, μάλλον γιατί το ξέχασα.

Η ενασχόλησή μου με αυτά τα ζητήματα με έκανε να θέλω να αποκτήσω μια βίβλο γραμμένη στα εβραϊκά, καθαρά και μόνο για να νιώσω την αίσθηση του να κρατώ ένα “ιερό” βιβλίο γραμμένο από το δυτικό τέλος προς την αρχή. Όταν μέσα από την ιστοσελίδα Couchsurfing, τον παγκόσμιο αυτόν κόμβο ανταλλαγής πολιτισμικών στοιχείων, μου έγινε μια αίτηση φιλοξενίας από μια γυναίκα αγγλίδα στην καταγωγή που μένει στο Ισραήλ, σκέφτηκα πως ήταν η κατάλληλη ευκαιρία. Της ζήτησα, λοιπόν, να μου φέρει όταν έρθει ένα αντίτυπο της βίβλου στα εβραϊκά.

Λίγες μέρες προτού η γυναίκα αυτή με επισκεφθεί έμαθα πως θα έπρεπε να φύγω για το χωριό μου το βράδυ που αυτή θα έφτανε στο σπίτι όπου διέμενα με την τότε συγκάτοικό μου. Πράγματι, η μέρα εκείνη ήρθε και η Julie μου έφερε το πολυπόθητο βιβλίο. Μία έκδοση του 2001 σε χαρτί καλής ποιότητας, και ύψος περίπου όσο μια μέση ανδρική παλάμη. Μόλις που πρόλαβα να την ευχαριστήσω, όταν η θεία μου ήρθε για να με πάρει με το αυτοκίνητό της για να πάμε στο χωριό μου. Τοποθέτησα με προσοχή τη βίβλο στην τσάντα μου για να τη μελετήσω αναλυτικότερα στο χωριό μου και ξεκίνησα το ταξίδι με τη θεία μου. Αυτή μου ανακοίνωσε πως θα κάναμε μια στάση σε μια εκκλησία έξω από τη Θέρμη με την οποία σχετίζεται και επισκέπτεται συχνά. Έγνεψα καταφατικά, λοιπόν, και όταν φτάσαμε εκεί μου είπε πως πρέπει να μεταφέρω δύο μεγάλες βαριές κούτες μέσα σε μια αποθήκη που βρισκόταν έξω από την εκκλησία. Έτσι και έκανα.

Ανοίγοντας την πόρτα μύρισα κατευθείαν τη γνώριμη μυρωδιά του μουχλιασμένου χαρτιού που βρίσκω σε παλιαιοβιβλιοπωλεία ή και που έμαθα να αναγνωρίζω στη βιβλιοθήκη του γυμνασίου μου. Βρήκα ένα διακόπτη φωτός και η εικόνα που αντίκρισα μου δημιούργησε ταυτοχρόνως αισθήματα εντυπωσιασμού για το μέγεθος του υλικού που βρισκόταν εκεί, οργής για την άθλια κατάσταση στην οποία βρισκόταν, και απορίας για το πώς βρέθηκαν όλα αυτά εδώ. Το ένστικτο του σωτήρα των εγκαταλειμμένων βιβλίων ξύπνησε μέσα μου και φυσικά επειδή δε μιλούσαμε για ένα ή δύο βιβλία που θα μπορούσα να καταχωνιάσω στις φαρδιές τσέπες μου, αποφάσισα να ζητήσω εξηγήσεις για το τι συνέβαινε εκεί και για το αν μπορώ να έχω κάποιο δικαίωμα απόκτησης πάνω σε κάποιο μέρος του υλικού αυτού που μπορεί να με ενδιαφέρει. Ρώτησα, έτσι, την “πρεσβυτέρα” του ναού για αυτά τα θέματα και η απάντησή της έκανε το μάτι μου να γυαλίσει: “Αγόρι μου, αυτά είναι βιβλία που μας έχουν χαρίσει κατά καιρούς αλλά δεν τα χρειαζόμαστε, γι' αυτό τα βάζουμε εκεί. Αν θέλεις οτιδήποτε, βρες μια άδεια κούτα και βάλε μέσα ό,τι θέλεις”. Ρώτησα τη θεία μου πόση ώρα ακόμα θα κάτσει εκεί. Μου απάντησε πως επειδή φοβόταν πως βαριέμαι σκόπευε να φύγει σύντομα, μα πως εάν τώρα λόγω της ανακάλυψής μου θέλω να κάτσω περισσότερο, η ίδια διατίθεται να κάτσει για ένα ακόμα δίωρο.

Και έτσι οι “αρχαιολογικές” μου ανασκαφές ξεκίνησαν. Ανάμεσα σε μερικά “διαμάντια” για τη συλλογή μου, όπως ένα βιβλίο τετρακοσίων σελίδων με βίους αγίων, εκδοθέν το 1790 και αυτή τη στιγμή ό,τι το αρχαιότερο στη συλλογή μου, την παλιά έκδοση της “Αναφοράς στο Γκρέκο” του Καζαντζάκη και διάφορα άλλα μικρά ευρήματα, δύο τεκμήρια ήταν που με έκαναν να ανασκιρτήσω. Το πρώτο ήταν ένα ακριβές αντίγραφο της έκδοσης του “Φάουστ” που έχασε ο κρητικός φίλος μου. Το δεύτερο ήταν μία έκδοση της εβραϊκής βίβλου ακριβώς στο ίδιο ύψος με αυτήν που απέκτησα τρεις ώρες νωρίτερα, αλλά σε έκδοση του 1951, ακριβώς δηλαδή πενήντα χρόνια πριν τη δική μου έκδοση. Με την αρχικά άδεια κούτα μου γεμάτη πλέον έφυγα με τη θεία μου πανευτυχής για τα γλυκά δείγματα παιχνιδιού της μοίρας και το μεσημέρι της επόμενης μέρας τηλεφώνησα στον κρητικό φίλο και του ανακοίνωσα πως έχω στα χέρια μου το ακριβές αντίγραφο του αγαπημένου του βιβλίου και πως μόλις γυρίσω θα πρέπει να συναντηθούμε για να του το παραδώσω, όπως και έγινε. Ενημέρωσα στη συνέχεια και τη συγκάτοικό μου για το ενδιαφέρον γεγονός με τις δύο βίβλους που το μετέφερε στη Julie.

Κάπως έτσι έκλεισε ο μυστικιστικός αυτός κύκλος συμπτώσεων, όπως κλείνει ο κύκλος προστασίας του μάγου προτού ξεκινήσει μια τελετή επίκλησης.